Απο τον καιρό του Ομήρου ως τις μέρες μας, οι άνθρωποι του λαού μας τραγούδησαν τις πηγές, τα ποτάμια και τα ρυάκια της πατρίδας μας, καθώς και τα όμορφα τοπία τους.
Τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια, ιδιαίτερα, έχουν υμνήσει τα νερά, τις βρύσες, τα γεφύρια, όπου συχνά διαδραματίζονταν τα όσα θέλουν να αφηγηθούν.
Για τη βρύση του χωριού:
Στέρεψε η βρύση, στέρεψε με το νερό το κρύο,
μαράθηκε κι ο πλάτανος πούχε παχιόν τον ίσκιο
κι όπου αποσκίαζαν οι άρχοντες κι όλοι οι καπεταναίοι
και πίνανε το κρύο νερό…
Για τους έρωτες που πλέκονται, όταν συναντιούνται στη βρύση οι κοπέλες και τα αγόρια:
…το χαλκοστάμνι άδραξε, το μαστραπά στα χέρια
στο δρόμο όπου πάαινε, πάει παρακαλώντας:
"Κύριε μ΄να βρω τον αγαπώ στη βρύση να κοιμάται".
Καθώς παρακαλιότανε και πήγε και τον ήβρε,
θριαμβαίνονταν, λογίζονταν το πως να τον ξυπνήσει
να τον ραντίσει με νερό, φοβούνται μην κρυώσει…
Για τα στοιχειά των ποταμών:
Κοράσιο ν΄ετραγούδαγε σ΄ένα ψηλό γεφύρι
και το γεφύρι ράισε κι ο ποταμός εστάθη.
Και το στοιχειό του ποταμού κι αυτό στην άκρη βγήκε.
Κι ένας διαβάτης χούιαζε, πιο πέρα ΄πό τη ράχη:
- Για πάψε, κόρη μ΄τον αχό, πάψε και το τραγούδι
για να κινήσ΄ο ποταμός, να σμίξει το γιοφύρι
και το στοιχειό του ποταμού στον τόπο του να πάει.
Ποια στοιχεία ενός υγρότοπου συναντάμε σε αυτό το απόσπασμα;